Συνέντευξη στην Έρση Σωτηροπούλου

Το πρόσφατο μυθιστόρημα της Έρσης Σωτηροπούλου Τι μένει από τη νύχτα (εκδόσεις Πατάκη, 2015), ήταν από τις πιο ενδιαφέρουσες αναγνώσεις· ένα βιβλίο αφιερωμένο στον μεγάλο δημιουργό Κωνσταντίνο Καβάφη. Είχα τη χαρά να συνομιλήσω με τη συγγραφέα για το πώς ήταν να εργάζεται πάνω στην αρχική ιδέα του Τι μένει από τη νύχτα, αλλά και τη σημασία της ανάγνωσης στη ζωή της. Ας τη γνωρίσουμε καλύτερα:

Έρση Σωτηροπούλου

Μπορείς να μας αποκαλύψεις πώς ήταν να δουλεύεις την ιδέα για το πιο πρόσφατο μυθιστόρημά σου Τι μένει από τη νύχτα; Γνωρίζουμε ότι ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας.

Το γράψιμο πήρε καιρό, χρόνια. Υπήρχαν μέρες γόνιμες και μέρες πολλές απελπισίας. Αυτά τα εξηγώ με κάποιο τρόπο στο τέλος του βιβλίου διότι η έρευνα, χρονοβόρα και εξαντλητική, ήταν αναγκαία ως υπόστρωμα. Το ζήτημα όμως για μένα ήταν ότι αυτή η ογκώδης βιβλιογραφία δεν έπρεπε να καταλήξει σ’ ένα ιστορικό αφήγημα ή σε κάποια μυθιστορηματική βιογραφία. Επρόκειτο να μετουσιωθεί σε καθαρή μυθοπλασία.

Για ποιο λόγο γράφεις;

Μήπως επειδή είναι αυτό που ξέρω να κάνω καλύτερα;

Η λογοτεχνία έχει τον τρόπο της να καθορίσει τη ζωή μας. Υπάρχει κάποιο βιβλίο που καθόρισε τη δική σου;

Τα ποιήματα του Ε.Ε. κάμμινγκς και του Έζρα Πάουντ. Την εποχή που τα διάβασα, ήμουν έφηβη στην Πάτρα, μου έδωσαν το μέτρο μιας άλλης ζωής, ενός κόσμου γενναίου και ελεύθερου σε αντίστιξη με την μικρόψυχη, υποκριτική κοινωνία της εποχής.

Ποια είναι η πιο ενδιαφέρουσα φράση που έχεις ακούσει ποτέ;

Μου έρχονται στον νου οι στίχοι του Έλιοτ από τα Τέσσερα κουαρτέτα:

Είπα στην ψυχή μου, μείνε ακίνητη, και περίμενε χωρίς ελπίδα,
γιατί η ελπίδα, θα’ταν ελπίδα για το λάθος πράγμα.
Περίμενε χωρίς αγάπη,
γιατί η αγάπη, θα’ταν αγάπη για το λάθος πράγμα.

Αγάπη για το λάθος πράγμα. Ιδιαίτερα αυτόν τον στίχο, τον σκέφτομαι συχνά.

Έρση Σωτηροπούλου

Τι θα άλλαζες από τον κόσμο μας; Υπάρχει κάτι που σε θυμώνει;

Η αλλαζονεία της εξουσίας. Νομίζω συμβαίνει κάτι αξιοπερίεργο, μια εσωτερική μετάλλαξη, από τη στιγμή που κάποιος, κάποιοι παίρνουν την εξουσία στα χέρια τους. Δεν είναι μόνο ότι περνούν στο απυρόβλητο ή ότι φέρονται σαν να συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά ο λόγος τους γυμνώνεται, γίνεται επαναληπτικός, ένα αλύχτημα σχεδόν υστερικό σε ριπλέι που αναμασά αυτά που κάποτε είχαν ένα νόημα και το έχουν χάσει.

Αν σου ζητούσαν να χαρακτηρίσεις τον εαυτό σου με ένα βιβλίο, ποιο θα ήταν αυτό;

Δεν έχω ιδέα. Σε όλα τα σπουδαία βιβλία βρίσκουμε κομμάτια μας, έναν αντίλαλο από χαμένες αναμνήσεις ή άλλοτε σπέρματα από σκέψεις μας που ακόμα δεν έχουν διατυπωθεί. Συμβαίνει και το αντίστροφο. Μπορούμε να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας χάρη σ’ ένα βιβλίο. Διαβάζοντας φωτίζουμε δικές μας πτυχές, συχνά σκοτεινές ή βασανιστικές, που τις αγνοούσαμε. Αυτή είναι η μαγεία της λογοτεχνίας.

Θυμάσαι ποιο ήταν το συναίσθημά σου όταν πρωτοείδες βιβλίο σου στις προθήκες των βιβλιοπωλείων; Γράφεις πια με την ίδια προσμονή;

Πρέπει να ήταν το Διακοπές χωρίς πτώμα που είδα για πρώτη φορά σε προθήκη βιβλιοπωλείου. Εκτός από τη χαρά (σύντομη) ένιωσα αποξένωση. Αργότερα κατάλαβα αυτό το αίσθημα. Γιατί το βιβλίο αφού τελειώσει και εκδοθεί, δεν σου ανήκει. Ξεκινάει τη δική του μοναχική πορεία, άλλοτε επιτυχημένη όταν συναντήσει αναγνώστες που θα το αγαπήσουν για τους δικούς τους λόγους, άλλοτε όχι. Δεν έχει σημασία, το ζήτημα είναι ότι πρόκειται πλέον για ξενο σώμα.

Κατά τη διάρκεια της συγγραφικής σου πορείας, υπάρχει κάποιος/α συγγραφέας που γνωρίζοντάς τον σε κέρδισε για τον τρόπο που αντιμετώπιζε τη ζωή;

Με συνάρπαζε, εξακολουθεί να με συναρπάζει, η ζωή του Ρεμπώ. Αυτό το συγκλονιστικό ταλέντο που στα είκοσι δύο του χρόνια, είχε κιόλας καεί. Οι περιπετειώδεις έκρυθμες ζωές συγγραφέων με τραβούσαν πάντα, αν και με το πέρασμα του χρόνου, άρχισαν να μ’ενδιαφέρουν, ως στάση ζωής, και οι συγγραφείς που έζησαν μετρημένα, δημοσιοϋπαλληλικά όπως ήταν ο Καβάφης, ο Έλιοτ. Αυτό το εσωτερικό πάθος που πυρπολούσε μια ύπαρξη εκ πρώτης όψεως περιορισμένη, συντηρητική.

Πώς χειρίζεσαι την έμπνευση σου; Τι ρόλο παίζει το ένστικτο;

Το ένστικτο είναι σημαντικό. Η μύτη για την γλώσσα σαν να πρόκειται για εκλεκτό κρασί. Αλλά η έμπνευση δεν ξεπηδάει από το τίποτα, δεν είναι ουρανοκατέβατη, αλλιώς θα ήταν φούσκα, πρέπει να καλλιεργηθεί. Γράφει κανείς αντλώντας από ένα υλικό πλούσιο και ετερόκλητο που περιλαμβάνει όσα έχει ζήσει αλλά και όλα όσα έχει διαβάσει.

Υπάρχει ίσως ένα κλασικό βιβλίο που δεν το έχεις διαβάσει και νιώθεις άσχημα γι΄αυτό;

Το Μόμπυ Ντικ. Το άρχισα μικρή αλλά δεν το τελείωσα. Ίσως κάποτε να έρθει η σειρά του.

Έρση Σωτηροπούλου

Έχεις κάποιο «μότο» που ακολουθείς στη ζωή σου και θα ήθελες να μοιραστείς με τους αναγνώστες μας;

«Το αύριο ήταν χθες, έχει περάσει.»

Δεν πρέπει ποτέ ν’αναβάλλεις κάτι που σ’ενδιαφέρει, όταν υπάρχει έμπνευση ή νιώθεις μια παράδοξη επιθυμία. Η ζωή είναι πολύ σύντομη.

Ευχαριστούμε πολύ την Έρση Σωτηροπούλου για τον χρόνο και την ωραία διάθεση.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις